Γράφει ο Μελέτης Ρεντούμης,
οικονομολόγος – τραπεζικός
Οι Γερμανικές εκλογές που όλη η Ευρώπη αλλά και ολόκληρος ο κόσμος περίμεναν με αγωνία έλαβαν τέλος και κάθε άλλο ενθαρρυντικά μπορούν να θεωρηθούν τα αποτελέσματα για το λεγόμενο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Σύμφωνα λοιπόν με τα επίσημα αποτελέσματα, η Α.Μέρκελ μειώνει σημαντικά την δύναμή της, ενώ δεν πετυχαίνει αυτοδυναμία. Οι πολλά υποσχόμενοι Σοσιαλδημοκράτες του Μάρτιν Σούλτς πέτυχαν το χειρότερο εκλογικό τους αποτέλεσμα μετά από δεκαετίες και περιορίστηκαν στο 20%, το οποίο υπολείπεται πάνω από 10 μονάδες του αντίστοιχου ποσοστού της Μέρκελ.
Οι δύο όμως μεγάλες εκπλήξεις των εκλογών, ήταν η πανηγυρική είσοδος των φιλελευθέρων στην Βουλή με ποσοστό στο 10% και το μεγάλο ποσοστό του φιλοναζιστικού κόμματος AfD, Εναλλακτική για την Γερμανία, που συγκέντρωσε σχεδόν το 13% του εκλογικού σώματος.
Πλέον οι ισορροπίες φαντάζουν δύσκολες σε όλα τα επίπεδα για την Γερμανία. Αφενός για την εσωτερική πολιτική σκηνή, ο σχηματισμός κυβέρνησης θα είναι δύσκολος και επίπονος, καθώς ήδη το SPD έσπευσε να δηλώσει ότι λόγω της μεγάλης ήττας δεν θα συμμετάσχει ξανά στην κυβέρνηση και ότι ο μεγάλος συνασπισμός λαμβάνει τέλος για εκείνους.
Εκτός αυτού είναι ήδη πολύ επισφαλής η ίδια η θέση του Μάρτιν Σούλτς στην ηγεσία του κόμματος, παρά του ότι εκλέχθηκε σχετικά πρόσφατα, γεγονός που θα προκαλέσει προβλήματα και κρίση όχι μόνο στην Γερμανία αλλά και στην ομάδα των Ευρωσοσιαλιστών ως εκπροσώπηση τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αν τελικά σχηματιστεί κυβέρνηση τριών κομμάτων με την συμμετοχή των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ, των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων, θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η διακυβέρνηση της Μέρκελ, καθώς πιθανώς να μην μπορεί εύκολα ν’αναβιώσει ο Γαλλογερμανικός άξονας και να περάσουν μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην Ευρώπη όπως θα το επιθυμούσε η Γερμανίδα καγκελάριος.
Πρόκειται σίγουρα για ένα αμφιλεγόμενο αν όχι δυσοίωνο μήνυμα για την Ευρώπη και τον μετασχηματισμό της, καθώς μετά τους διαδοχικούς σκοπέλους που πέρασε με τις Γαλλικές, τις Αυστριακές και τις Ολλανδικές εκλογές, οι Γερμανικές επεφύλασσαν την πολύ δυσάρεστη έκπληξη της ανόδου της ακροδεξιάς, σε μία Γερμανία που προσπαθεί με κάθε τρόπο να ξεχάσει το ναζιστικό παρελθόν της.
Πέραν όμως της κατάστασης στην ΕΕ και της διαδικασίας εμβάθυνσης που ενδέχεται να αναιρεθεί και η Ελλάδα ως ο πιο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης, πρόκειται ν’αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις.
Και αυτό διότι, αν οι Φιλελεύθεροι απαιτήσουν για να συμμετέχουν στην κυβέρνηση να λάβουν το οικονομικό χαρτοφυλάκιο εξοστρακίζοντας τον Β.Σόιμπλε, τότε θα υπάρχει ένας ισχυρός αντίπαλος για την χώρα μας όσον αφορά την εποπτεία των θεσμών, από την στιγμή που το συγκεκριμένο κόμμα έχει ταχθεί αφενός κατά τον προγραμμάτων διάσωσης των χωρών του Νότου και ιδίως της Ελλάδας και αφετέρου υπέρ ενός Grexit το οποίο θα έδινε όπως υποστηρίζουν, μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα στην χώρα ώστε ν΄αντιμετωπίσει το υπέρογκο δημόσιο χρέος της.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παίξει με τους Γερμανικούς συσχετισμούς και οφείλει να τηρήσει στο ακέραιο τις δεσμεύσεις της χώρας προς τους δανειστές για το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης.
‘Ηταν ούτως ή άλλως υπερβολική η ρητορική της χαλαρότερης πολιτικής επί της λιτότητας που ήλπιζε να έχει η κυβέρνηση επί πιθανής επικράτησης του Μάρτιν Σούλτς, όταν ο ίδιος το είχε διαψεύσει και επέμενε στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Αντίστοιχα και τώρα, θα πρέπει η κυβέρνηση να κάνει αυτό ακριβώς που επιτάσσουν οι συνθήκες για την χώρα.
Ακόμα και αν το αποτέλεσμα είναι συνολικά αρνητικό για την Ευρώπη και την πορεία της, η κυβέρνηση δεν έχει κανένα περιθώριο ιδεολογικών αναλύσεων και προσεγγίσεων ώστε να αναιρέσει τα προαπαιτούμενα της αξιολόγησης και του Μνημονίου.
Το σίγουρο είναι ότι η Ευρώπη μπαίνει σταδιακά σε μία νέα φάση ευρωσκεπτικισμού, καθώς δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσο επιθετική πολιτική θα ακολουθήσει το AfD και πώς θα κινητοποιήσει και τα υπόλοιπα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης.
Εν κατακλείδι όμως, τις μεγάλες αλλαγές και τομές θα πρέπει να τις επωμιστούν μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες και όχι κόμματα διαμαρτυρίας με φόντο την μισαλλοδοξία.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την χώρα μας, η οποία ενωμένη και αταλάντευτη απέναντι στο ευρωπαϊκό όραμα, οφείλει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να βγει σύντομα από το τέλμα της κρίσης, χωρίς περαιτέρω δικαιολογίες.